Κινητοποιητική Συνέντευξη
Εκπαιδεύτηκα στην Κινητοποιητική Συνέντευξη, το 2017, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Άμστερνταμ (AMC) στο πλαίσιο της εργασίας μου σε κλινική απεξάρτησης. Έκτοτε συμμετέχω στην διδασκαλία αυτής της θεραπευτικής πρακτικής σε φοιτητές και ειδικούς ψυχικής υγειάς αλλά και συντονίζοντας ομαδικές εποπτείες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η Κινητοποιητική Συνέντευξη, γνωστή και στα αγγλικά ως Motivational Interviewing (MI), είναι μια συνεργατική και ανθρωποκεντρική θεραπευτική προσέγγιση που έχει ως στόχο να ενισχύσει το εσωτερικό κίνητρο ενός ατόμου για αλλαγή, μέσα από έναν μη επικριτικό και ενδυναμωτικό διάλογο. Η μέθοδος βασίζεται στην κατανόηση ότι η αμφιθυμία δηλαδή η ταυτόχρονη επιθυμία για αλλαγή και η αντίσταση σε αυτήν, είναι φυσιολογικό στάδιο στη διαδικασία αλλαγής. Μέσα από την αποδοχή, την ενσυναίσθηση και τις στοχευμένες ερωτήσεις, ο θεραπευτής βοηθά το άτομο να διερευνήσει τις προσωπικές του αξίες και στόχους, ώστε να βρει δικούς του λόγους για αλλαγή. Αναπτύχθηκε από τους William Miller και Stephen Rollnick, και έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική σε περιπτώσεις όπου το άτομο νιώθει αναποφάσιστο σχετικά με το αν (και πώς) θέλει να αλλάξει κάτι στη ζωή του.
Πώς λειτουργεί η Κινητοποιητική Συνέντευξη;
Η Κινητοποιητική Συνέντευξη δεν δίνει οδηγίες, ούτε πιέζει το άτομο προς την αλλαγή. Αντίθετα, αναγνωρίζει ότι η κινητοποίηση για αλλαγή προκύπτει εκ των έσω, όταν το άτομο νιώσει αποδοχή και κατανόηση, ελευθερία επιλογής, ασφάλεια να εκφράσει τις αμφιβολίες, τους φόβους και τις αντιστάσεις του.
Ο θεραπευτικός διάλογος βασίζεται στις εξής αρχές:
- Ενσυναίσθηση και αποδοχή: Δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος χωρίς κριτική.
- Ενίσχυση της αυτοαποτελεσματικότητας: Στήριξη της πεποίθησης του ατόμου ότι μπορεί να αλλάξει.
- Εξερεύνηση και επίλυση αμφιθυμίας: Αναγνώριση και επεξεργασία των «ναι μεν, αλλά» που συχνά συνοδεύουν την αλλαγή.
- Σεβασμός στην αυτονομία: Το άτομο έχει τον έλεγχο των αποφάσεών του.
Γιατί να επιλέξετε την Κινητοποιητική Συνέντευξη;
Η Κινητοποιητική Συνέντευξη δεν εστιάζει στο πρόβλημα, αλλά στο πώς κάθε άνθρωπος μπορεί να ανακαλύψει εσωτερικό κίνητρο και τρόπους για αλλαγή. Δεν πρόκειται για μια παθητική διαδικασία ακρόασης, αλλά για έναν ενεργό και ενδυναμωτικό διάλογο που ενισχύει την κινητοποίηση. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιόδους αμφιβολίας, όταν κάποιος δεν είναι σίγουρος αν θέλει ή αν μπορεί να αλλάξει. Σε αυτές τις στιγμές αποτελεί πολύτιμο εργαλείο, καθώς βοηθά στην εξερεύνηση της αμφιθυμίας και στην ενίσχυση της εσωτερικής κινητοποίησης. Πρόκειται για μια θεραπευτική προσέγγιση, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε αυτόνομα είτε σε συνδυασμό με άλλες μορφές θεραπείας, όπως η ΓΣΘ ή το EMDR, ανάλογα με τις ανάγκες και τους στόχους του ατόμου.
Αν και αρχικά εφαρμόστηκε ευρέως σε προγράμματα απεξάρτησης, η αποτελεσματικότητά της δεν περιορίζεται εκεί. Μπορεί να φανεί βοηθητική σε κάθε κατάσταση όπου υπάρχει εσωτερική σύγκρουση ή δυσκολία στη λήψη αποφάσεων για αλλαγή. Όπως:
- Αλλαγή συμπεριφορών που σχετίζονται με την υγεία (π.χ. κάπνισμα, διατροφή, χρήση ουσιών)
- Διαχείριση χρόνιου άγχους ή αναβλητικότητας
- Δυσκολία στη λήψη αποφάσεων ή υιοθέτηση νέων συνηθειών
- Προετοιμασία για σημαντικές αλλαγές (σχέσεις, εργασία, τρόπος ζωής)
- Ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και της αυτοαποτελεσματικότητας
Παραδείγματα καταστάσεων όπου η Κινητοποιητική Συνέντευξη μπορεί να βοηθήσει:
- Ένα άτομο που λέει "Θέλω να αλλάξω δουλειά, αλλά φοβάμαι ότι δεν θα τα καταφέρω"
- Κάποιος που λέει "Ξέρω ότι το κάπνισμα μου κάνει κακό, αλλά δεν είμαι έτοιμος να το κόψω."
- Ένας γονιός που προσπαθεί να υιοθετήσει μια διαφορετική στάση απέναντι στο παιδί του, αλλά δυσκολεύεται να το εφαρμόσει στην πράξη.
- Κάποιος που νιώθει "κολλημένος" σε έναν τρόπο ζωής που δεν τον εκφράζει, αλλά δεν ξέρει από πού να ξεκινήσει την αλλαγή.